Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Η πατρίδα μέσα μας


 Γράφει η  Αγγελική Αντωνοπούλου

1922. Σμύρνη. Στην προκυμαία.

Το κορίτσι των οχτώ ετών τραντάζεται μέσα στην αγκαλιά του πατέρα. Τα άλλα δύο κορίτσια, μεγαλύτερα εκείνα, γραπώνονται σφιχτά από το πανωφόρι του. Σπρώχνονται βίαια από την ανθρώπινη μάζα που πάλλεται άτακτα με την αναίδεια ενός χαλασμένου παλμογράφου. Οι βάρκες είναι μετρημένες και η πύρινη γλώσσα γρατζουνάει ήδη την ανάσα. Ο ήχος της  αλυσίδας με τα χρυσά νομίσματα που της είχε κρεμάσει λίγο πριν από την φυγή η μητέρα της στον λαιμό, καλά κρυμμένη τώρα κάτω από το παλτό της, στην αρχή έμοιαζε με παιχνίδι. Χρόνια μετά, θα υπήρχαν φορές που η Ελεϊσάνα θα αισθανόταν ακόμα το βάρος της. Αν τη ρωτούσες γιατί από τη Νικομήδεια βρέθηκαν ποδοπατημένοι στον αλαλάζοντα ορυμαγδό μιας πολυκέφαλης προκυμαίας πατώντας πάνω σε μια στέρεη λίμνη από άψυχα σώματα, ή γιατί η μητέρα της δεν κατάφερε να επιβιβαστεί μαζί τους στο μεγάλο καράβι με τους στοιβαγμένους, δεν θα ήξερε τι να απαντήσει. Την μάνα θα την αναζητούσαν όταν θα έφταναν στην Ελλάδα μέσω του Ερυθρού Σταυρού, όπως θα έκαναν και οι περισσότεροι πρόσφυγες. Δεν θα την έβρισκαν ποτέ. Πριν εγκαταλείψουν το σπίτι τους πρόλαβαν να θάψουν όπως όπως κάποια από τα υπάρχοντά τους στην αυλή, ενώ δεν λησμόνησαν να πάρουν τα κλειδιά, πιστεύοντας στο προσωρινό της φυγής τους. Δεν επέστρεψαν ποτέ. Χρόνια μετά, μαθεύτηκε πως το κτίριο λειτουργούσε πλέον ως νοσοκομείο.
Λίγο πριν.
Σαγγάριος ποταμός. Ο στρατός του Κεμάλ επιτίθεται τα ξημερώματα στα εξαθλιωμένα από τις κακουχίες και την έλλειψη εφοδιασμού ελληνικά στρατεύματα. Ο τουρκικός αιφνιδιασμός καταλήγει στον αποδεκατισμό των Ελλήνων στρατιωτών μετά από μια σειρά σκληρών μαχών και στην κατάρρευση του ήδη ασθενικού ελληνικού μετώπου. Τα Μικρασιατικά Παράλια αποτελούν πλέον, την μοναδική σωτηρία των Ελλήνων στρατιωτών και των λοιπών Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Διωκόμενοι Έλληνες(περίπου μισό εκατομμύριο) και ισχυρός διώκτης κατευθύνονται στα παράλια. Στη Σμύρνη κανένας προειδοποιητικός αέρας δεν έχει σημάνει την επερχόμενη κόλαση, καθώς στην Ελλάδα τα μέσα ενημέρωσης παραλείπουν μεθοδευμένα την προβολή της μικρασιατικής τραγωδίας. Ο άμαχος ελληνικός πληθυσμός συγκεντρώνεται στη Σμύρνη και έρχεται αντιμέτωπος με την επιθετική λύσσα του εχθρού στις 27 Αυγούστου. Η μοναδική εξιτήρια οδός από την βάναυση κατάρρευση του ελληνικού στοιχείου στην Ανατολή είναι η φυγή, η θάλασσα. Οι Τσέτες (οι άτακτοι του Κεμάλ) δεν δείχνουν κανέναν οίκτο.
Ο άμαχος πληθυσμός σφαγιάζεται. Τα ερείπια του Μεγαλοϊδεατισμού βάφονται κόκκινα. Πλιάτσικα, βανδαλισμοί, βιασμοί,  κακοποίηση, εν ψυχρώ δολοφονίες, αποκεφαλισμοί, διαστροφικές θηριωδίες. Το σκηνικό του θρυμματισμού ενός ολόκληρου πολιτισμού. Η λεηλασία διαρκεί 3 μέρες. Την διαδέχεται η πύρινη λαίλαπα που ζώνει την πόλη της Σμύρνης. Η προκυμαία, είναι η άκρη του γκρεμού των εκδιωγμένων. Όποιος προλάβει. Κάποιοι πνίγονται στην προσπάθεια τους να στοιβαχτούν σε κάποιο από τα ελληνικά καράβια. Τα καράβια των Συμμάχων από την άλλη πλευρά (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία) στέκουν απλοί παρατηρητές αρνούμενα να δεχτούν μέχρι και τα γυναικόπαιδα στο κατάστρωμα τους. Κάποιοι φιλέλληνες Τούρκοι βοηθούν αμάχους. Στις 3 Σεπτεμβρίου έχουν σφαγιαστεί έως και 100 000 χριστιανοί. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος αρνείται να εγκαταλείψει την φλεγόμενη πόλη και να συνεργαστεί με τις τουρκικές αρχές. Δολοφονείται με τρόπο μαρτυρικό.
Το αίμα, ο ξεριζωμός, η χαμένη πατρίδα που λαμποκοπά πυρωμένη, τα μπολιασμένα με ασφυκτική ανθρώπινη σκιά πλοία, που αφήνουν πίσω τους τον σπαραγμό.

Σήμερα. Η πατρίδα μέσα της. 

Σήμερα, δεκάδες χρόνια μετά, ανακαλώντας μικρές λεπτομέρειες της ύπαρξης της Ελεϊσάνας, διαπιστώνω πως η Σμύρνη δεν έπαψε ποτέ να ρέει ενδοφλέβια, κάτω από το δέρμα της. Η φροντίδα με την οποία ανακάτευε το φαγητό στις κατσαρόλες της. Το πάντα ανοιχτό τρανζίστορ που την συνόδευε σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού. Η μόνιμα ανοιχτή αυλόπορτα. Η αγκαλιά που έμοιαζε με μυρωδάτο ζυμάρι. Το μόνιμα χαραγμένο πρόσωπο από την γλυκύτητα μιας απροσδιόριστης εγκαρτέρησης, μιας ανομολόγητης προσμονής. Τα μακριά πυκνά μαλλιά τα πιασμένα στον πιο αψεγάδιαστο κότσο. Η αρχοντιά. Η ευγνωμοσύνη. Οι στίχοι. Τα μάτια σου Ρουμπα Ρουμπαλιά τα μάτια σου με κάνανε να στρώσω δεν κοιμούμαι και τον σταυρό Ρούμπα Ρουμπαλιά και τον σταυρό σαν χριστιανός να κάνω δεν θυμούμαι σιγοτραγουδούσε για χρόνια, για όσο η μνήμη της τη βοηθούσε.  Στακάτες εκλάμψεις παιδικών αναμνήσεων που συνηγορούσαν στο ότι η Ελεϊσάνα την πατρίδα της την κουβαλούσε μέσα της. Ίσως αυτός να είναι ο ορισμός αυτής της τόσο στενά από τα λεξικά οριοθετημένης έννοιας. Το ανήκειν που το φέρει κανείς υποδόρια. Το ανήκειν που διόλου δεν αλλοιώνεται. Το ανήκειν που μπορεί να εδράζεται παντού. Σε μυρωδιές, σε ήχους, σε γεύσεις, σε κινήσεις, σε βλέμματα. Μια χαμένη πατρίδα αν δεν μπορεί να την ξαναβρεί κανείς, την κουβαλά, την ζυμώνει και την αφήνει να τον ανταμείψει. Ακόμα κι αν δεν περπατήσει ποτέ ξανά πάνω στα χώματά της.
*Κείμενο αφιερωμένο στη μνήμη της Ελεϊσάνας και στις απέθαντες ενδοφλέβιες πατρίδες. 

Πηγή....

http://www.pragmatikotita.gr/orizontes-category/%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AF%CE%B4%CE%B1-%CE%BC%CE%AD%CF%83%CE%B1-%CE%BC%CE%B1%CF%82.html


Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

Όσο!!!





19/9/2003

Όσο κοιτάς τον ουρανό
ύπνος ποτέ δεν θα σε πιάνει
όσο μετράς τα όνειρα
ταξίδια που η ψυχή σου κάνει

Μην ξαναπείς για τα βλέμματα
που ξεχνάνε να ανταμώνουν
Μην ξαναπείς για τους έρωτες
που τους ψάχνεις όταν τελειώνουν

Όσο μιλάς για αγγέλους
τρόμος ποτέ δεν θα σε πιάνει
όσο μετράς τα όνειρα
ταξίδια που η ψυχή σου κάνει